- σεισάχθεια
- Αρχαίος ελληνικός όρος. Η απαλλαγή από ένα βάρος, άχθος, και συγκεκριμένα από τους φόρους ή τα χρέη. Ο Σόλων είχε χορηγήσει σ. για την απόσειση από τους ώμους των πολιτών, ιδιαίτερα των καλλιεργητών, των χρεών. Δεν τα είχε αποσβέσει εντελώς, αλλά έδωσε διευκολύνσεις για την εξόφληση τους με τη μεταρρύθμιση του νομισματικού και μετρικού συστήματος. Με τα μέτρα του Σόλωνα απαγορεύτηκε ο δανεισμός με υποθήκη το σώμα και απελευθερώθηκαν όσοι είχαν γίνει δούλοι γιατί δεν μπόρεσαν να πληρώσουν τα χρέη τους.
* * *η, ΝΑ1. η απόσειση άχθους, η απαλλαγή από βάρος2. (στην αρχαία Αθήνα) νομοθετικό μέτρο τού Σόλωνος το οποίο καταργούσε τα δημόσια και ιδιωτικά χρέη ή, κατ' άλλους, έκανε απάλειψη ή ελάττωση τών τόκων καί αύξηση τής αξίας τού νομίσματος («πρώτου Σόλωνος... τὴν τῶν χρεῶν ἀποκοπὴν σεισάχθειαν ὀνομάσαντος», Πλούτ.)3. (γενικά) νομοθετικό μέτρο με σκοπό την ελάττωση τών χρεών («σεισαχθείᾳ τινὶ τόκων ἐκούφιζε τοὺς χρεωφειλέτας», Πλούτ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σεισ- τού σείω* (πρβλ. μέλλ. σείσω, παρακμ. σέσεισμαι) + -άχθεια, πιθ. μέσω αμάρτυρου *σεισ-αχθής (< σείω + ἄχθος «βάρος»)].
Dictionary of Greek. 2013.